Δημήτρης Κοντός
Ο Δημήτρης Κοντός γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1931. Αποφοίτησε μετά πολλών επαίνων από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών το 1955 με δάσκαλο το Γιάννη Μόραλη. Το 1958 έφυγε για την Ρώμη, όπου εκεί βρίσκονταν ήδη ο Νίκος Κεσσανλής, ο Βλάσσης Κανιάρης, ο Γιάννης Γαϊτης και ο Κώστας Τσόκλης, δίνοντας ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί τη μάχη τους για μια θέση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι της σύγχρονης τέχνης.
Προσαρμοστικός και δεκτικός στα διεθνή ρεύματα της τέχνης, ρίχτηκε με ζήλο στη δουλειά, επιχειρώντας μια διεύρυνση του εικαστικού του πεδίου, με επιρροές που δέχθηκε -και αφομοίωσε- από τις νέες τεχνικές και τις καλλιτεχνικές προτάσεις των πρωτοποριακών κινημάτων που διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία της μεταπολεμικής τέχνης. Το 1959 δημιούργησαν με το Γαϊτη, τον Κανιάρη, τον Κεσσανλή και τον Τσόκλη το Gruppo Sigma, με εμφανίσεις στη Νάπολη, την Μπολόνια και αργότερα στην Αθήνα, οι οποίες δεν πέρασαν απαρατήρητες και απασχόλησαν συχνά τον ιταλικό και ελληνικό Τύπο.
Το 1961 πηγαίνει στο Παρίσι με προτροπή του Τσόκλη και την προοπτική μιας πιο μόνιμης εγκατάστασης. Στο Παρίσι διερευνά στη δουλειά του δύο ιδέες ταυτόχρονα: η πρώτη έχει σχέση με τη δομική αντίληψη της ζωγραφικής ως κατασκευή, όπου, χρησιμοποιώντας ως δομικά υλικά πολλά μικρά τελάρα τα οποία επικαλύπτοντας το ένα το άλλο, γίνονται στοιχεία μιας μεγαλύτερης σύνθεσης και στη δεύτερη, ως διαφορετική εφαρμογή της πρώτης, ανάπτυξη των τελάρων που άρχιζε από τον τοίχο και κατέληγε στο δάπεδο δημιουργώντας μια νέα «συνομιλία» μεταξύ ζωγραφικής και αρχιτεκτονικού χώρου.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1963, ο Κοντός, αναπτύσσει μια αξιόλογη καλλιτεχνική δραστηριότητα, συμμετέχοντας σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις των ελλήνων της διασποράς, που αποτελούσε τη νέα προοδευτική δύναμη της σύγχρονης τέχνης, παρόλο που η προβολή της δουλειάς τους από τις λιγοστές γκαλερί της εποχής δεν ήταν πάντοτε εφικτή. Το 1964, ο Κοντός διορίζεται βοηθός στην Έδρα Ζωγραφικής και Ελεύθερου Σχέδιου στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π.
Την επόμενη χρονιά, παρουσιάζει στην έκθεση "Αντικείμενο" στη γκαλερί Μέρλιν, τους κύβους, βασισμένους στη σπειροειδή γραφή, μια απεικόνιση ελεύθερων χειρονομιακών ρυθμών σε ρέουσα κίνηση, η οποία αναπτυσσόμενη σε όλη την επιφάνεια του λευκού φόντου, μοιάζει να μην έχει αρχή και τέλος, οδηγώντας συνειρμικά σε μια αλληλουχία οπτικών συσχετίσεων. Το 1968, εκδίδει το "Roman Pictural", μια εξαιρετικά πρωτότυπη εικαστική πρόταση σε παγκόσμια κλίμακα, και όπως ο τίτλος δηλώνει είναι ένα εικαστικό μυθιστόρημα 124 σελίδων σε σχήμα βιβλίου τσέπης, του οποίου η πλοκή αναπτύσσεται μέσα από την διαρκώς εξελισσόμενη ροή της ελικοειδούς γραφής του, ως μέσο διάδοσης του πνευματικού περιεχομένου της τέχνης.
Το 1971, παρουσιάζει στην γκαλερί Δεσμός το έργο "Ημερολόγιο" σαν μια ακόμα ενδιαφέρουσα εφαρμογή της ελικοειδούς γραφής του. Το έργο, ένας κύβος πάνω στον οποίο ήταν τοποθετημένα 5.500 φύλλα με τυπωμένη στην όψη τους την ίδια πάντα ελισσόμενη γραφή και ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις τόνων και αποχρώσεων σε κάθε φύλλο, δημιουργήθηκε με το σκεπτικό να εξαφανίζονται τα φύλλα σταδιακά, με καθημερινή αφαίρεση, όπως εξαφανίζονται, με καθημερινή επίσης αφαίρεση, σ’ ένα κοινό ημερολόγιο.
Το 1975, έχοντας ξεκινήσει ήδη έναν νέο κύκλο δουλειάς, παρουσιάζει στη γκαλερί Δεσμός, τα "Λατρευτικά". Στον νέο αυτό κύκλο, ο Κοντός κινείται στα όρια της ηθικής και της μεταφυσικής. Χρησιμοποιώντας σαν πρόσχημα την υποβλητική ενέργεια της θρησκευτικής εικόνας, επισημαίνει διάφορα φαινόμενα κοινωνικής εκτροπής με προφανείς αναφορές στον τυφλό φανατισμό και τις θρησκόληπτες αντιλήψεις της βυζαντινής εικονολατρίας με σκωπτικό τρόπο και πικρό χιούμορ.
Το 1984, ο Κοντός εκλέγεται καθηγητής στη νεοσύστατη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης και μετακομίζει εκεί, επιχειρώντας ένα νέο ξεκίνημα.
Το 1994, όντας ήδη άρρωστος, παρουσιάζει το "Roman Pictural" στην Αίθουσα Τέχνης Παρατηρητής της Θεσσαλονίκης, ενώ τον επόμενο χρόνο θα παρουσιάσει σε έκθεση, παλιά σχέδια της περιόδου 1958-1963, στην γκαλερί Μαρία Παπαδοπούλου στην Αθήνα. Πεθαίνει στις 19 Μαΐου του 1996.
ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ
Στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης
έως 30 Ιανουαρίου 2008
Μαρία Κοτζαμάνη, επιμελήτρια της έκθεσης
Στον κατάλογο της έκθεσης, εκτός από τη Μαρία Κοτζαμάνη, υπογράφουν πέντε κείμενα από τη δεύτερη έκδοση του "Roman Pictural" οι: Νίκη Λοϊζίδη, καθηγήτρια ιστορίας τέχνης, Α.Σ.Κ.Τ., Εμμανουήλ Μαυρομμάτης, αν. καθηγητής, ιστορίας τέχνης, Σχολής Καλών Τεχνών, Α.Π.Θ., Γιώργος Παπαγούνος, Μιλτιάδης Παπανικολάου, καθηγητής ιστορίας τέχνης Α.Π.Θ., Θανάσης Τζαβάρας, ψυχίατρος. Το εισαγωγικό κείμενο υπογράφει η Ξανθίππη Χόϊπελ, Πρόεδρος Μ.Μ.Σ.Τ.
Με την ευκαιρία της έκθεσης επανεκδίδεται σε τρίτη έκδοση το "Roman Pictural"
"Προσωπική μου, ωστόσο, πεποίθηση είναι ότι ορισμένες δημιουργίες του Κοντού, τις οποίες οι κριτικοί αρκέστηκαν να συνδέσουν ή να εντάξουν σε τάσεις της δεκαετίας του '60, αξίζουν πολύ περισσότερη προσοχή. Το «roman pictural» (μυθιστόρημα χωρίς λόγια και χωρίς εικόνες) του 1967 είναι ένας «χειρονομιακός στοχασμός» πάνω στις δυνατότητες της γραφής που ενισχύεται, χωρίς να ορίζεται, από την προβληματική της σειραϊκής δημιουργίας και από τους εννοιολογικούς προσανατολισμούς της ανεικονικής τέχνης. Το θέμα και η βαθύτερη αναζήτηση αυτής της «απεικονιστικής μυθιστορίας», όπως είχε αποκαλέσει το «roman pictural» ο Θανάσης Τζαβάρας (στην επανέκδοση του έργου το 1991 από τον «Παρατηρητή» στη Θεσσαλονίκη), είναι αυτή η ίδια η γραφή στην πιο πηγαία, όπως εικάζεται, μορφή της η γραφή ως σωματικό βίωμα, ως χειρονομιακή έκφραση και προπάντων η γραφή ως ρυθμός."
Νίκη Λοϊζίδη, 21 Ιουλίου 1996, Βήμα-Νέες εποχές, "Το μυθιστόρημα χωρίς γράμματα"