Η Μαρίνα Αμπράμοβιτς, γεννημένη στο Βελιγράδι το 1946, είναι η σημαντικότερη καλλιτέχνης της Περφόρμανς σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το αγαπημένο της θέμα: ο πόνος, η σκληρότητα, η στέρηση, η αγωνία, ο κίνδυνος, το φλέρτ με το θάνατο, η ζωή στα άκρα. Μοναδικό εργαλείο της το σώμα της και τα όριά του. Από τις αρχές της δεκαετίας του '70 που ξεκίνησε έχει υποβάλλει τον εαυτό της σε σωματικές, συναισθηματικές, ψυχικές, και πνευματικές δοκιμασίες, έχει αυτομαστιγωθεί, έχει χαρακωθεί με μαχαίρι, έχει πάρει ψυχοφάρμακα, ξάπλωσε ανάμεσα σε φλόγες μέχρι που λιποθύμησε από τον καπνό, ξάπλωσε γυμνή πάνω σε πάγο μέχρι να χρειαστεί ιατρική επέμβαση, άφησε να την τυλίξουν πύθωνες, ξάπλωσε ανάμεσα σε σκορπιούς, περπάτησε 2.500 χλμ κατά μήκος του Σινικού Τείχους, βούρτσισε τα μαλλιά της με μια μεταλλική βούρτσα μέχρι να ματώσει, ούρλιαξε μέχρι αφωνίας... Όλα αυτά παρουσία θεατών, που καλούσε για συμμετοχή και πειραματισμούς. Το κοινό αντιδρούσε ποικιλότροπα...
Για τις ανάγκες της «Rhythm 0» (1974) στάθηκε για έξι ώρες ακίνητη, εκτεθειμένη σε θεατές που είχαν την ευκαιρία να επιλέξουν ανάμεσα σε 72 διαφορετικά εργαλεία και να τα χρησιμοποιήσουν επάνω της όπως τους έκανε κέφι. Εκείνοι ήταν αρχικά διστακτικοί, αλλά σταδιακά άρχισαν να συμμετέχουν. Κάποιοι δεν δίστασαν λοιπόν να της σκίσουν τα ρούχα, να τη χαρακώσουν στο στήθος, να τη σημαδέψουν με όπλο.
Για τις ανάγκες της «Rhythm 0» (1974) στάθηκε για έξι ώρες ακίνητη, εκτεθειμένη σε θεατές που είχαν την ευκαιρία να επιλέξουν ανάμεσα σε 72 διαφορετικά εργαλεία και να τα χρησιμοποιήσουν επάνω της όπως τους έκανε κέφι. Εκείνοι ήταν αρχικά διστακτικοί, αλλά σταδιακά άρχισαν να συμμετέχουν. Κάποιοι δεν δίστασαν λοιπόν να της σκίσουν τα ρούχα, να τη χαρακώσουν στο στήθος, να τη σημαδέψουν με όπλο.
Στόχος της η εξερεύνηση ακραίων-μοναδικών καταστάσεων συναισθηματικής και πνευματικής εμπειρίας, που, μέσα από την υπεροχή της πνευματικής αντοχής απέναντι στο σωματικό πόνο, οδηγεί, τόσο την ίδια, όσο και το κοινό της, στην κάθαρση. Έλεγχος του σώματος από το πνεύμα, η «πνευματικοποίηση» του σώματος και, τελικά, η ισορροπία.
Οι περισσότερες από τις περφόρμανς της θέτουν σε κίνδυνο για την σωματική της ακεραιότητα - ακόμη και την ίδια της τη ζωή. Οδηγεί το σώμα της στα όρια της αντοχής του, πιστεύοντας ότι ο πόνος απελευθερώνει από το φόβο του θανάτου. Από τα κορυφαία της έργα ήταν το «Βαλκανικό Μπαρόκ» με το οποίο κέρδισε την ύψιστη διάκριση στην Μπιενάλε της Βενετίας.
Σε μια τετράγωνη αίθουσα στον πρώτο όροφο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Ν.Υ. κάθεται σ' ένα κάθισμα όσες ώρες μένει ανοιχτό το Μουσείο, επί τρεις μήνες που θα διαρκέσει η έκθεση, κάθεται και περιμένει...
Ο επισκέπτης μπορεί να καθίσει απέναντί της και να μείνει όση ώρα αντέχει . Ωστόσο, κανείς δεν αντέχει για πολύ να την κοιτά στα μάτια. Οι περισσότεροι φεύγουν γρήγορα, κάποιοι κλαίνε, λες και αυτή η γυναίκα, εκτός από πρωθιέρεια της σύγχρονης τέχνης και των performances, είναι και μια ιέρεια της ζωής που επιβάλλει σκέψεις, ανοίγματα ψυχής, καταστάσεις συναισθηματικές.
Η ίδια δεν θα μετακινηθεί από το κάθισμά της, το οποίο έχει κατασκευαστεί ώστε να περιέχει και τουαλέτα έως τις 31 Μαΐου, που λήγει η έκθεση.
«Δεν αγαπώ τον πόνο καθόλου. Ο λόγος που μπήκα σε αυτή τη διαδικασία δεν ήταν για να ευχαριστηθώ, αλλά για να βρεθώ στο σημείο που η απελευθέρωση από τον πόνο σε μυεί στο νόημα και στον πλούτο του πνευματικού κόσμου».